Μέρι Άννινγκ

Η Μέρι Άννινγκ ήταν αγγλίδα ερευνήτρια απολιθωμάτων. Ανακάλυψε πολλά απολιθώματα, τα οποία επέτρεψαν στους επιστήμονες να ανακαλύψουν νέα είδη, όπως ο διμορφόδων ή ο πλησιόσαυρος (ονομασία που δήλωνε ότι πλησιάζει αρκετά).

Η Μέρι Άννινγκ γεννήθηκε το 1799 στο Λάιμ Ρίτζις στην Αγγλία. Ο πατέρας της, Ρίτσαρντ Άννινγκ, ήταν επιπλοποιός που ζούσε συλλέγοντας και πουλώντας απολιθώματα που έβρισκε στους γύρω βράχους. Η Μέρι Άννινγκ πήγε σχολείο, μαθαίνοντας να γράφει και να διαβάζει. Προερχόμενη όμως από φτωχή οικογένεια, οι δυνατότητες εκπαίδευσης ήταν περιορισμένες. Για να βγάλει κάποια χρήματα, ο πατέρας της έπαιρνε εκείνη και τον αδελφό της σε αποστολές συλλογής απολιθωμάτων στα βράχια της περιοχής. Η ακτογραμμή ήταν πλούσια σε αμμωνίτες και βελεμνίτες, οι οποίοι θεωρούνταν ότι έχουν φαρμακευτικές ιδιότητες. Το 1810, ο πατέρας της πέθανε, αφήνοντας την οικογένειά του χρεωμένη και άπορη. Τότε, η Μέρι και ο αδερφός της αποφάσισαν να αφοσιωθούν πλήρως στη συλλογή και πώληση απολιθωμάτων. Τον επόμενο χρόνο, ανακάλυψαν αρχικά ένα κρανίο και στη συνέχεια τα σκελετικά υπολείμματα ενός ιχθυόσαυρου. Τα απολιθώματα αυτά πουλήθηκαν σε έναν τοπικό ευγενή, ο οποίος έπειτα τα μεταπώλησε σε ένα συλλέκτη από το Λονδίνο, προσελκύοντας σημαντικό ενδιαφέρον. Ο αδερφός της Άννινγκ ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα Επιπλοποιίας, αφήνοντας την Μέρι να συνεχίζει την έρευνά της. Το 1823, ανακάλυψε τον πρώτο πλησιόσαυρο (υδρόβιο ερπετό) και στη συνέχεια, το 1828 έναν πτερόσαυρο (ιπτάμενο ερπετό). Διαβάζοντας την επιστημονική βιβλιογραφία, απέκτησε επιπλέον γνώσεις, συνεχίζοντας ενεργά την έρευνά της στα απολιθώματα και αποκτώντας σημαντική επιστημονική άποψη. Μάλιστα, ήταν σε θέση να εντοπίσει ένα απολίθωμα αμέσως. Το 1826, εξοικονόμησε αρκετά χρήματα ώστε να αγοράσει σπίτι και να ανοίξει το δικό της κατάστημα, το οποίο επισκέφτηκαν πολλοί γεωλόγοι, παλαιοντολόγοι και συλλέκτες από την Ευρώπη και την Αμερική. Ως γυναίκα, και μάλιστα της εργατικής τάξης, δεν έγινε δεκτή στη Γεωλογική Εταιρεία του Λονδίνου. Παρά τις γνώσεις και την επιστημονική της δραστηριότητα, οι ανακαλύψεις της δημοσιεύονταν συστηματικά από άντρες που συχνά μάλιστα ξεχνούσαν να την αναφέρουν. Η Μέρι Άννιγνκ πέθανε από καρκίνο του μαστού στις 9 Μαρτίου του 1847.